TIKTO DRESS

τίκτω [tίkto] : (λόγ.) γεννώ [to give birth]. Το ρήμα τίκτω περιέχει τη διαχρονική τάση για τη δημιουργικότητα, τη νεότητα και τα ευχάριστα στοιχεία έκπληξης. Αυτό ακριβώς το αποτέλεσμα ενισχύεται από τα συναισθήματα, τις εικόνες και τις πολύτιμες στιγμές που μπορεί κανείς να βιώσει κάτω από τον ελληνικό ήλιο και τα ζωντανά χρώματα του ουρανού που […]